- Οδύσσεια
- Επικό ποίημα του Ομήρου (βλ. λ.). Η Ο. είναι ένα επικό ποίημα χωρισμένο από τους Αλεξανδρινούς γραμματικούς σε 24 επίσης ραψωδίες, και ξεπερνά τους 12.000 εξάμετρους στίχους. Δέκα χρόνια μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου, ο Οδυσσεύς εξακολουθεί να περιπλανιέται στις θάλασσες, επειδή είχε προκαλέσει την οργή (μήνιν) του Ποσειδώνα (γιατί τύφλωσε τον Κύκλωπα Πολύφημο, γιο του Ποσειδώνα από τη νύμφη θόωσα), ενώ στην Ιθάκη, την πατρίδα του, η πιστή σύζυγός του Πηνελόπη, υφαίνοντας και ξεϋφαίνοντας τον ατελείωτο ιστό της, προσπαθεί να αντικρούσει τους πόθους των μνηστήρων, οι οποίοι φιλονεικούν για το ποιός θα την κάνει γυναίκα του και ασωτεύουν στο ανάκτορό του. Ο Τηλέμαχος γιος του Οδυσσέα, τον αναζητεί μάταια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και επιστρέφει στην Ιθάκη ακριβώς όταν, επιτέλους, ο Οδυσσέας φτάνει εκεί, ύστερα από αναρίθμητες περιπέτειες, τελευταία από τις οποίες είναι το ναυάγιο του στη χώρα των Φαιάκων, όπου πηγαίνει με τη συνοδεία της Ναυσικάς, κόρης του βασιλιά Αλκίνοου, στο πατρικό ανάκτορο και διηγείται όλες τις προηγούμενες περιπέτειες του. Η επιστροφή του στην Ιθάκη έγινε μάλιστα με πλοίο των Φαιάκων. Με τον χοιροβοσκό Εύμαιο και το γιο του Τηλέμαχο, ο ήρωας συμφωνεί για την τιμωρία των μνηστήρων. Όταν φτάνει στο ανάκτορο του, τον αναγνωρίζει το γέρικό του σκυλί, ο Άργος, και κατόπιν η παραμάνα του Ευρύκλεια και τέλος η Πηνελόπη, αφού ο Οδυσσέας έδωσε δείγματα της ανδρείας του σφάζοντας τους μνηστήρες που κατεβαίνουν όλοι στον Άδη. Αν και σε πολλά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας (αναφέρουμε για παράδειγμα το 26o άσμα της δαντικής Κόλασης), ο Οδυσσέας είναι το σύμβολο, του πνεύματος της περιπέτειας και της αναζήτησης γνώσης και πείρας στους απέραντους δρόμους του κόσμου, ο ομηρικός ήρωας είναι άνθρωπος υπομονητικός και πολύ δυστυχισμένος, εξουθενωμένος από τη μοίρα, που την αποδέχεται με την ίδια μεγαλοψυχία των ηρώων της Ιλιάδας, αλλά επιθυμεί να κατακτήσει τη μικρή οικογενειακή ευτυχία και θαλπωρή· έτσι από τον κόσμο των τεράτων και των περιπετειών θέλει να επιστρέψει στο σπίτι του, και αντί του έρωτα της ωραιότατης θεάς Καλυψούς, η οποία του υπόσχεται, αν θελήσει να μείνει μαζί της, να τον κάνει και εκείνον αθάνατο, προτιμά τη θνητή σύζυγό του. Είναι περήφανος και παράτολμος στον κίνδυνο, και αυτό του επιτρέπει να υπερνικήσει τα τέρατα και να κυριαρχήσει στα γεγονότα· είναι όμως παθητικό θύμα δυνάμεων που είναι πάνω από αυτόν, χιμαιρών και αυταπατών, που κάνει τη γνωριμία τους με τον οδυνηρό εθισμό της υπομονής, καταλήγοντας να εξασθενήσει τις ίδιες του λαχτάρες με μια εγκατέρηση ανδροπρεπή και με μια συγκρατημένη θλίψη. Ακόμα και στο τέλος, όταν η αναγνώριση με την Πηνελόπη αναβάλλεται και τα συναισθήματα εκδηλώνονται αργά και υποταγμένα, χωρίς εκρήξεις ενθουσιασμού, μια πνοή μελαγχολίας μοιάζει να σκεπάζει το πρόσωπό του και όλη την ιστορία του· και αυτό δεν αποκλείει φυσικά ένα άπλωμα του ποιητικού οράματος προς όλες τις ποικίλες εκδηλώσεις του κόσμου, που δεν είναι πια ο κλειστός και σιδερένιος κόσμος της Ιλιάδας (όπου τα φυσικά τοπία αστραποβολούσαν μόνο στις παρομοιώσεις), αλλά μια ατέλειωτη διαδοχή από χώρες και θάλασσες, όπου το περιγραφικό στοιχείο φτάνει σε εκπληκτική ζωγραφική και εκφραστική σαφήνεια. Η μυθιστορηματική φαντασία του ποιητή δημιουργεί, από την άλλη πλευρά, μια σειρά από περιπέτειες, στις οποίες ο άνθρωπος μεταφέρεται σε έναν χώρο εξωπραγματικό και εξαίσιο, που είναι ο κόσμος του πιθανού, όπου πραγματοποιούνται, με απόλυτη φυσικότητα, θαύματα, μεταμορφώσεις, υπερφυσικές επεμβάσεις, και όπου στην κουραστική καθημερινή πραγματικότητα παρεμβαίνει ένα ονειρώδες καταφύγιο, ένας απαράμιλλος μαγευτικός παράδεισος: το νησί των Φαιάκων. Βέβαια με το όνειρο είναι και το ξύπνημα, και η παρηγοριά που έρχεται από τον εξαίσιο εκείνο κόσμο, μέσα στο χώρο της παράλογης εμπειρίας, εξαφανίζεται: το σωτήριο πλοίο του δίκαιου λαού των Φαιάκων απολιθώνεται, όπως και το όνειρο του ανθρώπου.
* * *η (Α Ὀδύσσεια)βλ. οδύσσειος.
Dictionary of Greek. 2013.